Ανιχνευτής μετάλλων

Τυχαίες εφευρέσεις που κάνουν τη ζωή πιο εύκολη (28-2024)

2164103
Ανιχνευτής μετάλλων

 

Εάν δεν σας κάνει σωματικό έλεγχο κανείς όταν μπαίνετε σε ένα εμπορικό κέντρο ή εάν δεν χρειάζεται να σκάβετε για μήνες κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες για να βρείτε μεταλλεύματα στο υπέδαφος, υπάρχει ένας και μόνος λόγος για αυτό, οι ανιχνευτές μετάλλων, οι οποίοι θεωρούνται μια από τις σημαντικότερες ανακαλύψεις του 19ου αιώνα. Από τον 19ο αιώνα, πολλοί επιστήμονες συνειδητοποίησαν ότι μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τις γνώσεις τους στους τομείς του ηλεκτρισμού και του ηλεκτρομαγνητισμού για να βρουν μεταλλεύματα στο υπέδαφος, ανοίγοντας έτσι την πόρτα για την εφεύρεση των ανιχνευτών μετάλλων. Υπάρχουν διαφορετικά ονόματα σε πολλές διαφορετικές πηγές για τον εφευρέτη των ανιχνευτών μετάλλων, που αποτελούν ένα από τα σημαντικότερα παραδείγματα της εποχής των σύγχρονων επιστημονικών ανακαλύψεων.

Ξεχωρίζουν ιδιαίτερα τα ονόματα πέντε επιστημόνων που εργάστηκαν στον τομέα αυτό σε διαφορετικές περιόδους. Πρόκειται για τον Βρετανό επιστήμονα Σερ Ουίλιαμ Χέρσελ, τον Βρετανό φυσικό Ουίλιαμ Μπέριμγχαμ, τον Γάλλο εφευρέτη Γκουστάβ Τρουβέ, τον Αλεξάντερ Γκράχαμ Μπελ, ο οποίος εμπνεύστηκε από το έργο του Τρουβέ και γνωστός για την εφεύρεση του τηλεφώνου, και ο επιστήμονας Γκέρχαρντ Φίσερ. Αυτά τα ονόματα μπορούν να θεωρηθούν οι εφευρέτες των ανιχνευτών μετάλλων που χρησιμοποιούνται σήμερα, με τις επιστημονικές θεωρίες και τις τεχνικές συσκευές που ανέπτυξαν σε διαφορετικούς χρόνους και για πολύ διαφορετικούς σκοπούς.

Για παράδειγμα, ο Γάλλος εφευρέτης Γκουστάβ Τρουβέ ανέπτυξε μια συσκευή χειρός ειδικά για να εντοπίσει τους κάλυκες στο σώμα τραυματισμένων στρατιωτών, ο μοναδικός σκοπός του φυσικού Ουίλιαμ Μπέριμγχαμ ήταν να βρει πολύτιμα μέταλλα όπως χρυσό και ασήμι στο υπέδαφος με τη συσκευή που θα ανάπτυσσε. Ωστόσο, το έργο όλων αυτών των ονομάτων, εκτός από ένος, δεν απέκτησαν μεγάλη δημοτικότητα στην παγκόσμια κοινή γνώμη και τους επιστημονικούς κύκλους και παρέμειναν απλώς προσωπική προσπάθεια.

Μέχρι το 1920, ολόκληρος ο κόσμος είχε αφήσει πίσω του έναν πόλεμο που κόστισε τη ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων, και ειδικά οι νάρκες που ήταν κρυμμένες στο έδαφος άφησαν ανάπηρους χιλιάδες νεαρούς στρατιωτών. Επιπλέον, αυτός ο αιματηρός πόλεμος που κράτησε τέσσερα χρόνια δεν έλυσε κανένα πρόβλημα, αντίθετα οδήγησε σε νέες διαμάχες και ως εκ τούτου τα ευρωπαϊκά κράτη όδευαν προς έναν νέο παγκόσμιο πόλεμο. Οι έρευνες στο στρατιωτικό τομέα, που ξεκίνησαν πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και σταδιακά επιταχύνθηκαν, ήταν αυτές που άλλαξαν και τη μοίρα των ανιχνευτών μετάλλων. Ένα από τα ονόματα που εργάζονταν σε αυτόν τον τομέα ήταν ένας επιστήμονας ονόματι Γκέρχαρντ Φίσερ.

Πρωταρχικός στόχος του γερμανικής καταγωγής Αμερικάνου Γκέρχαρντ Φίσερ δεν ήταν να εφεύρει έναν ανιχνευτή για τον εντοπισμό μετάλλων στο υπέδαφος, αλλά μάλλον να κατασκευάσει μια συσκευή που θα λειτουργούσε με ηλεκτρομαγνητικά κύματα για να μην χαθούν στο πεδίο της μάχης και να μπορέσουν να προσανατολιστούν έξω. Ο Φίσερ κατάφερε να κατασκευάσει αυτή τη συσκευή και ήταν επιτυχής, αλλά αντιμετώπισε ένα μικρό πρόβλημα. Η συσκευή, η οποία γενικά λειτουργούσε αποτελεσματικά κατά τη διάρκεια δοκιμών στο πεδίο, έδινε μη φυσιολογικά αποτελέσματα σε ορισμένες περιοχές. Ο Φίσερ αρχικά πίστευε ότι υπήρχε κάποιο πρόβλημα στη συσκευή, αλλά η νέα του εφεύρεση, η οποία λειτούργησε πολύ καλά σε άλλα μέρη, λειτουργούσε με μη φυσιολογικό τρόπο, ειδικά όταν επρόκειτο για μια συγκεκριμένη περιοχή με πετρώματα που περιέχουν μεταλλεύματα. Ύστερα από αρκετές δοκιμές, ο Φίσερ ανακάλυψε ότι δεν υπήρχε πρόβλημα στη συσκευή του, ότι μεταλλεύματα σε πετρώματα επηρέαζαν τη συσκευή του και κατάλαβε ότι αν το μετάλλευμα μπορούσε να διαταράξει την ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία, ήταν δυνατό να σχεδιαστεί μια συσκευή που θα ανίχνευε μέταλλα στο υπέδαφος.

Αυτό το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε τυχαία, έδωσε στον επιστήμονα Γκέρχαρντ Φίσερ τον τίτλο του «εφευρέτη του σύγχρονου ανιχνευτή μετάλλων» και ο επιστήμονας κατασκεύασε τον πρώτο σύγχρονο ανιχνευτή μετάλλων χειρός το 1925 και κατοχύρωσε τη νέα του εφεύρεση με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας το 1931. Οι νέοι ανιχνευτές χρησιμοποιήθηκαν ευρέως κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπου απέδειξαν την αξία τους σε μεγάλο βαθμό.

Με απλά λόγια, ο ανιχνευτής στέλνει ηλεκτρομαγνητικά κύματα σε ένα συγκεκριμένο στόχο ή περιβάλλον και διακρίνει μεταξύ μεταλλικών και μη μεταλλικών αντικειμένων αναλύοντας το σήμα που επιστρέφει. Με αυτόν τον τρόπο, μπορεί εύκολα να διαπιστωθεί εάν ένα άτομο κουβαλάει όπλο, κινητό τηλέφωνο ή αναπτήρα και μπορεί να προσδιοριστεί η ακριβής θέση των ναρκών ξηράς ή πολύτιμων μετάλλων που βρίσκονται κάτω από το έδαφος. Στις μέρες μας, το πεδίο χρήσης των ανιχνευτών μετάλλων έχει σταδιακά επεκταθεί. Οι προηγμένοι ανιχνευτές μετάλλων χρησιμοποιούνται σε πάρα πολλούς τομείς, από τις αρχαιολογικές ανασκαφές μέχρι την ανίχνευση τηλεφωνικών συστημάτων, φυσικού αερίου και αποχετευτικών συστημάτων.

 



ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ