Αποκλειστική συνέντευξη Ερτουγρούλογλου στο TRT World

Η πραγματικότητα της Κύπρου είναι ένα νησί, δύο κράτη, δύο λαοί, δύο εθνικές οντότητες, δύο δημοκρατίες, είπε ο Τουρκοκύπριος υπουργός Εξωτερικών

1852910
Αποκλειστική συνέντευξη Ερτουγρούλογλου στο TRT World

 

Αποκλειστικό: Μια λύση των δυο κρατών είναι η «μοναδική φόρμουλα» για την επίλυση του Κυπριακού

Η Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου (ΤΔΒΚ) έχει χάσει την πίστη της στη λύση του ενός κράτους καθώς οι Ρωμιοκύπριοι αρνούνται να αντιμετωπίσουν ως ισότιμους εταίρους τους Τουρκοκύπριους, δήλωσε ο υπουργός Εξωτερικών της ΤΔΒΚ, Ταχσίν Ερτουργρούλογλου.

Το Κυπριακό ζήτημα είναι μια μακροχρόνια πολιτική διένεξη μεταξύ Τουρκοκυπρίων και Ρωμιοκυπρίων, δύο διαφορετικών εθνοτικών και θρησκευτικών κοινοτήτων που ζουν στο στρατηγικό νησί της Ανατολικής Μεσογείου.

Ύστερα από δεκαετίες πολιτικού αδιεξόδου για το καθεστώς του επίμαχου νησιού και των κατοίκων του, οι Τουρκοκύπριοι δεν πιστεύουν πλέον στη λύση του ενός κράτους, μια πολιτική φόρμουλα που υπαγορεύει η διεθνής κοινότητα από το 1960 που ιδρύθηκε η Κυπριακή Δημοκρατία ως μια δικοινοτική και διζωνική ένωση που περιλαμβάνει και τις δύο κοινότητες.

«Δοκιμάσαμε τη συνεργασία. Δεν λειτούργησε. Γιατί; Επειδή οι Ρωμιοκύπριοι δεν μπορούν να δεχτούν την ιδέα ότι οι Τουρκοκύπριοι ήταν ίσοι τους. Έτσι, δοκιμάστηκε η φόρμουλα της εταιρικής δημοκρατίας και απέτυχε επειδή ο άλλος εταίρος δεν ήθελε να λειτουργήσει»,  είπε ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκικής Δημοκρατίας Βόρειας Κύπρου, Ταχσίν Ερτουγρούλογλου, σε αποκλειστική συνέντευξη που παραχώρησε στο TRT World.

«Από εδώ και στο εξής, αυτό που πρέπει να δεχτούμε είναι ότι αν δεν μπορούμε να ζήσουμε μαζί, τότε η πιο λογική απάντηση είναι να ζήσουμε ως γείτονες. Έτσι, το μέλλον, κατά την άποψή μου, και με πολύ ρεαλιστικούς όρους, είναι δύο κυρίαρχα ισότιμα κράτη στο νησί της Κύπρου που ζουν ως γείτονες, ελπίζω με σχέσεις καλής γειτονίας, αλλά όχι ένα ενωμένο κράτος», είπε ο έμπειρος διπλωμάτης.

Η δεκαετία του ’60 ήταν κρίσιμη για τη διένεξη καθώς οι πολιτικές εντάσεις μεταξύ των δύο πλευρών είχαν φτάσει σε οριακό σημείο. Παρά την ρωμαίικη επιθετικότητα από το 1960 έως το 1974, οι Τουρκοκύπριοι έκαναν ό,τι μπορούσαν για να λειτουργήσει η δικοινοτική ένωση. Το 1974, η Ελλάδα σχεδίασε ένα στρατιωτικό πραξικόπημα μέσω των Ρωμιοκυπρίων σε μια απροκάλυπτη προσπάθεια να αποστερήσει τους Τουρκοκυπρίους από τα δικαιώματα τους, αλλά η Τουρκία ματαίωσε αυτά τα σχέδια επεμβαίνοντας στρατιωτικά.

Το 1963, τρία χρόνια μετά την ίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, οι επιθέσεις των Ρωμιοκυπρίων κατά των Τουρκοκυπρίων εντάθηκαν, αναγκάζοντας τις τουρκικές κοινότητες να ζουν σε θύλακες που περιβάλλονταν από Ρωμιούς πολιτοφύλακες.

Παρά τις πολυάριθμες προειδοποιήσεις των Τουρκοκυπρίων, ούτε οι Ρωμιοκύπριοι ούτε η Αθήνα επέδειξαν προθυμία να τους αντιμετωπίσουν ως ισότιμους εταίρους και συνιδιοκτήτες του νησιωτικού κράτους. Τελικά, μετά τη στρατιωτική της επέμβαση το 1974, η Άνκαρα διατήρησε τη στρατιωτική της παρουσία στην περιοχή, καθαρίζοντας το νησί από Ρωμιοκύπριους πολιτοφυλακές και εξασφαλίζοντας την ασφάλεια των Τουρκοκυπρίων.

Ακόμη και μετά το 1974, τόσο η Τουρκία όσο και οι Τουρκοκύπριοι συνέχισαν να διαπραγματεύονται με την Ελλάδα και τους Ρωμιοκύπριους για την αποκατάσταση μιας πολιτικής εταιρικής σχέσης. Αλλά η συνεχιζόμενη αποτυχία της διεθνούς κοινότητας να επιληφθεί του Κυπριακού οδήγησε τους Τουρκοκύπριους στο βορρά να ανακηρύξουν το δικό τους κράτος, την ΤΔΒΚ, το 1983, που αναγνωρίζεται μόνο από την Άνκαρα. Η Τουρκία και οι Τουρκοκύπριοι θεωρούν τα εδάφη που ελέγχονται από τους Ρωμιοκύπριους στον νότο ως Ρωμιοκυπριακή Διοίκηση.

Ένα νησί, δύο κράτη

Λόγω της συνεχιζόμενης εμμονής της ρωμιοκυπριακής πλευράς, η οποία αρνείται να αναγνωρίσει την τουρκική πραγματικότητα στο νησί, τόσο η Τουρκία όσο και οι Τουρκοκύπριοι δεν θεωρούν πλέον τη λύση του ενός κράτους ως τον ιδανικό δρόμο προς τα εμπρός, σύμφωνα με τον Τουρκοκύπριο πολιτικό Ισμαήλ Μπόζκουρτ, ο οποίος διετέλεσε πρόεδρος της Τουρκοκυπριακής Κοινοτικής Συνέλευσης από το 1973 έως το 1975, μια κρίσιμης σημασίας περίοδος της ιστορίας του επίμαχου νησιού.

Ο Ερτουγρούλογλου πιστεύει ότι η Κύπρος μπορεί να ακολουθήσει το μοντέλο Αϊτής-Δομινικανής Δημοκρατίας. Η Αϊτή και η Δομινικανή Δημοκρατία είναι δύο ανεξάρτητα κράτη που βρίσκονται στο ίδιο νησί στην Κεντρική Αμερική.

«Λοιπόν, η πραγματικότητα του νησιού της Κύπρου είναι, ναι: ένα νησί, δύο κράτη, δύο λαοί. Δύο εθνικές οντότητες, δύο δημοκρατίες. Αυτή είναι λοιπόν η μόνη φόρμουλα για τον δρόμο προς τα εμπρός», λέει ο υπουργός Εξωτερικών.

«Διαφορετικά, εάν η διεθνής κοινότητα πρόκειται να προσπαθήσει να μας αναγκάσει σε μια λεγόμενη «διευθέτηση» ή «ομοσπονδία» ή όπως αλλιώς πρόκειται να το αποκαλέσουν, ένα κοινό κράτος μεταξύ Τουρκοκυπρίων και Ρωμιοκυπρίων είναι μια μάταιη προσπάθεια. Δεν πρόκειται να λειτουργήσει. Δοκιμάστηκε και απέτυχε», πρόσθεσε.

Ο υπουργός Εξωτερικών πιστεύει ότι τα Ηνωμένα Έθνη, μεταξύ άλλων διεθνών οργανισμών, έχουν επιλέξει εδώ και καιρό να είναι μέρος του προβλήματος και όχι της λύσης, επειδή έκαναν «λανθασμένη διάγνωση της Κυπριακής διένεξης», βλέποντας την τουρκική επέμβαση του 1974 ως τη ρίζα της σύγκρουσης.

Ενώ όλοι συμφωνούν ότι υπήρξε μια «τουρκική στρατιωτική παρέμβαση» το 1974, η διεθνής κοινότητα αντιμετωπίζει ένα σοβαρό πρόβλημα στο να αναγνωρίσει το γεγονός ότι προκλήθηκε από τις παραβιάσεις των πολιτικών δικαιωμάτων των Τουρκοκυπρίων από τους Ρωμιοκύπριους, σύμφωνα με τον Τουρκοκύπριο υπουργό Εξωτερικών.

Κυπριακό: Ένα ζήτημα στάτους

Τόσο για την Τουρκία όσο και για τους Τουρκοκύπριους, ένα βασικό ζήτημα ήταν πάντα η σιωπή της διεθνούς κοινότητας απέναντι στην άρνηση των Ρωμιοκυπρίων να αναγνωρίσουν την τουρκική κοινότητα του νησιού ως ισότιμο εταίρο τους. Ένα άλλο βασικό ζήτημα για την Άνκαρα και τη Λεφκόσα είναι η αναγνώριση από τη διεθνή κοινότητα αποκλειστικά της ρωμιοκυπριακής κυριαρχίας σε ολόκληρο το νησί.

Σύμφωνα με την διεθνή συνθήκη εγκαθίδρυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας, η νομιμότητα του δικοινοτικού, διζωνικού κράτους βασιζόταν στη συνέχιση της εταιρικής σχέσης. Αλλά εάν η εταιρική σχέση αποτύγχανε, η διεθνής συμφωνία αναφέρει ότι ούτε οι Ρωμιοκύπριοι ούτε οι Τουρκοκύπριοι θα είχαν το δικαίωμα να διεκδικήσουν ολόκληρη την επικράτεια του νησιού.

Ωστόσο, από το 1974 οι Ρωμιοκύπριοι παριστάνουν ότι έχουν κυριαρχία σε ολόκληρο το νησί, ενώ οι Τουρκοκύπριοι κυβερνούν στη Βόρεια Κύπρο. Ο Ερτουγρούλογλου πιστεύει ότι σε αντίθεση με τη διεθνή συμφωνία του 1960, η διεθνής κοινότητα αναγνωρίζει στους Ρωμιοκύπριους σαν να έχουν το νόμιμο κυριαρχικό δικαίωμα να κυβερνούν ολόκληρο το νησί — μια κρίσιμη παραβίαση του εγγράφου ίδρυσης του νησιωτικού κράτους.

Αναγνωρίζοντας αποκλειστικά την ρωμιοκυπριακή κυριαρχία σε ολόκληρο το νησί, η διεθνής κοινότητα δείχνει μια αδιαμφισβήτητη και άδικη προκατάληψη, δείχνοντας ξεκάθαρα ότι θεωρεί τους Ρωμιοκύπριους ως «πιο ίσους» από τους Τουρκοκύπριους, σύμφωνα με τον υπουργό Εξωτερικών της ΤΔΒΚ.

Δεν είναι ρωμαίικο νησί

Μία από τις βαθύτερες αιτίες του Κυπριακού έγκειται στα όνειρα της ελληνικής Μεγάλης Ιδέας, μιας πολιτικής αντίληψης που αποσκοπεί στην ενσωμάτωση των λεγόμενων ρωμαίικων εδαφών με την Ελλάδα. Από την ελληνική επανάσταση του 1821 εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η Αθήνα επεδίωξε να επεκτείνει τα εδάφη της τόσο στο Αιγαίο όσο και στη Μεσόγειο.

«Υπάρχει μια εμμονή να αντιμετωπίζεται το νησί της Κύπρου σαν να είναι ένα ρωμαίικο νησί στο οποίο οι Τουρκοκύπριοι δεν είναι ίσοι τους», είπε ο Ερτουγρούλογλου.

«Η Τουρκία ποτέ μα ποτέ δεν θα επιτρέψει αυτό το νησί να γίνει ένα ρωμαίικο νησί», είπε ο Τουρκοκύπριος υπουργός, αναφέροντας ότι το νησί βρισκόταν υπό οθωμανική κυριαρχία για πάνω από τρεις αιώνες. «Οι Τουρκοκύπριοι δεν υπήρξαν ποτέ κοινότητα μιας ρωμαίικης δημοκρατίας στην ιστορία τους», επεσήμανε.

«Δεν ήρθαμε σε αυτό το νησί από το φεγγάρι. Οι πρόγονοί μας ήρθαν εδώ από την Ανατολία. Είμαστε Τούρκοι που τυχαίνει να ζούμε στο νησί της Κύπρου. Δεν υπάρχει έθνος που ονομάζεται κυπριακό. Είσαι είτε Ρωμιοκύπριος ή Τουρκοκύπριος ή από τις μειονότητες, Αρμένιος ή Μαρωνίτης».

 



ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ